Πέμπτη 28 Ιουνίου 2007

Μοντέρνα τέχνη




Ξύπνησε πρωί πρωί από την καταραμένη ζέστη. Έσουρε τα βήματά του μέχρι την κουζίνα, κι άνοιξε αντανακλαστικά τα ντουλάπια για να φτιάξει το μοναδικό highlight της μέρας του, το φραπέ με τα άπειρα παγάκια.



Και τότε συνειδητοποίησε το μέγεθος της εισβολής. Δεκάδες μυρμήγκια μοχθούσαν κουβαλώντας τα αγαθά που είχε μοχθήσει επιμελώς ο ίδιος να παρατήσει πάνω στον πάγκο. Εκεί αφηνίασε. Ώρες δημιουργίας, χαμένες! Σας είπε κανείς, άρχισε να ωρύεται, πως θέλω να μου συμμαζέψετε τον πάγκο??? Τα ψίχουλα έκανα μια ώρα χτες να τα αφήσω στην ακριβή θέση που τα βρήκατε, σιχαμένα, τακτικά, που αρνείσθε να μεταλλαχθείτε σαν τις κατσαρίδες, σκουλήκια!


*&%$***@#(*#((!!**(^&!@@!!!!


Άρπαξε ένα από το τσουλούφι και, αφού του φώναξε να αφήσει την ντομάτα από τη χτεσινή σαλάτα που κουβάλαγε κάτω, πέρασε το όριο της υπομονής του και έκανε,
τρέμοντας, αυτό που ψώφαγε τόσην ώρα να κάνει. Κάθε μυρμήγκι που είχε φορτωθεί κάτι από το έργο τέχνης του πέρναγε στην αθανασία και γινόταν και το ίδιο μέρος του. Ο ίδιος φρόντισε, ώστε κάθε χαμερπές πλάσμα που δεν ήξερε πως προχωράει στο χαμό του, να το μάθει και να γίνει για πάντα ένα με το ψίχουλο ή το κομματάκι κρεμμυδιού που κουβαλούσε.

Πέθανε σίχαμα, πέθανε, φώναζε, και την ίδια στιγμή σκέφτηκε
τον παππού του και το οπλοπολυβόλο του από τον εμφύλιο, που, ως αγνώμων εγγονός, το είχε δωρίσει στο μουσείο των αγωνιστών της Άνω Κολοπετεινίτσας, τόπο καταγωγής του. Μόνο να το είχε εδώ, ε, ρε κάτι γλέντια που θα έκανε! Και συνέχισε το έργο του, σίγουρος ότι η θεία μανία που τον διακατείχε θα αντικατοπτριζόταν στα απομεινάρια της σφαγής επάνω στον πάγκο. Τον πάγκο, που μόνο εκείνη θα καθαρίσει ποτέ, έτσι για να μάθει που τόλμησε να με αφήσει για εκείνον που δεν ξέρει ούτε πού είναι οι πετσέτες του μπάνιου στο ίδιο του το σπίτι.




Δυο μήνες. Δυο μήνες είχε να κάνει ο πρώην ψυχαναγκαστικός με την καθαριότητα οποιαδήποτε δουλειά μέσα στο σπίτι. Ένα κύμα καύσωνα, παρά τους λεπτομερείς υπολογισμούς του, το άντεξαν οι γείτονες, και μαζί και τη μπόχα που ξεγλιστρούσε πάνω από το χαλάκι της πόρτας και μέσα από τις γρίλιες. Στο δεύτερο, σκέφτηκε κι επιτέλους ηρέμησε, ή που θα ανοίξουν με εκρηκτικά την πόρτα και θα με βγάλουν, ή που θα τη σύρουν από τα μαλλιά και με απειλή λιθοβολισμού θα την αναγκάσουν να γυρίσει πίσω και να τα καθαρίσει...




Τετάρτη 27 Ιουνίου 2007

Όνειρα Θερινής Νυκτός












































Διαλέγετε και παίρνετε.

Εγώ, πάντως, προτιμώ τον κύριο που έχει ξαπλώσει νωχελικά πάνω στον πάγο...



Δευτέρα 25 Ιουνίου 2007

Curiosity killed the cat









Τελικά, και ο υπολογιστής μας έχει προσωπικότητα και ταμπεραμέντο.




Γι' αυτό, καλό θα είναι να προσέχουμε τι γράφουμε σ΄ αυτόν.



Όχι σκουπίδια, όχι πλαστικά, σε ποστ και κόμμεντς.
Για μια καθαρή βλογόσφαιρα κι αυτό το καλοκαίρι...





Μια ευγενική προσφορά αυτού του μπλογκ, ειδικά αφιερωμένη σε εσάς εκεί έξω ( κι εμάς εδώ μέσα ) που πρέπει να το πάρουμε απόφαση να καθαρίσουμε τον υπολογιστή μας, πληκτρολόγια, desktop, κλπ..
Προσέχουμε για να έχουμε...



Πέμπτη 21 Ιουνίου 2007

Music rulez!!!




Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες των Μουσών,
θα πρέπει να παραδεχτώ πως έχω ταλαιπωρήσει πολύ τις τέχνες σε αυτό το τέταρτο του αιώνα κατά το οποίο λαμπρύνω τον κόσμο με την παρουσία μου. Η Μουσική πρέπει να ομολογήσω πως είναι εκείνη που έχω ταλαιπωρήσει περισσότερο από τις άλλες. Πάντα ήταν η αγαπημένη μου, μάλλον διότι πρώτα με εκείνη ήρθα σε επαφή, και της έχω δώσει περίοπτη θέση, όπως θα έχεις ήδη αντιληφθεί, και στο blog που διαβάζεις τώρα. Το πιάνο μου, μάλιστα, είναι το μόνο υλικό αγαθό το οποίο θεωρώ δικό μου και δεν ξέρω πώς θα μπορούσα να αντέξω να το αποχωριστώ.


Έτσι, λόγω της σημερινής μέρας, βρήκα αφορμή να χωθώ στα μουσικά μπαουλάκια μου και να ξαναθυμηθώ αγαπημένες μελωδίες. Αναγκάστηκα να αφήσω πάρα πολλά απ' έξω και σας βεβαιώ πως, από ένα σημείο και μετά σταμάτησα να ψάχνω και απλά χαιρόμουν με τη μουσική. Χωρίς να αποτελεί με κανένα τρόπο αντιπροσωπευτικό δείγμα του τι ακούω κατά καιρούς, ελπίζω να χαρείτε κι εσείς.



Prelude No.6 in D minor
Well - Tempered Clavier
J. S. Bach (Glenn Gould)


Op. 074, Symphony in B minor "Pathétique"
P. I. Tchaikovsky (Leningrad Philharmonic)


Die Moritat von Mackie Messer
Die Dreigroschenoper
Κ. Weill


Rhapsody in Blue
G. Gershwin


The Great Gig in the Sky
The Dark Side of the Moon
Pink Floyd


L.A. Woman
L.A. Woman
The Doors


Noble Dame
Reflections
Μ. Χατζιδάκις (Raining Pleasure, Έλλη Πασπαλά)




Καλή ακρόαση!



Τετάρτη 20 Ιουνίου 2007

III





"Λεφτά ή ύπνος?" αναρωτήθηκε για ακόμα μία φορά, κι έγειρε από την άλλη πλευρά, ικετεύοντας το Μορφέα να τον πάρει επιτέλους στην αγκαλιά του.



........




Όταν κοιμόταν, είδε στο όνειρό του πως ήταν ο Σκρουτζ, όχι της ευτυχισμένης φτωχής νεότητας, αλλά της προχωρημένης ηλικίας, κι έκανε βουτιές σε σωρούς από νομίσματα.



Τρίτη 19 Ιουνίου 2007

Κυριακή 17 Ιουνίου 2007

Σουήτ σιξτήν




Ναι, οκ, είμαι μικρή ακόμα. Αν και υπάρχουν και άλλοι που είναι πιο μικροί από μένα, όπως έχω διαπιστώσει τον τελευταίο καιρό.

Και τους ζηλεύω για αυτό. Δεν μπορώ να κάνω κάτι γι' αυτό. Απλά τους ζηλεύω.



Και μ' αρέσει που είμαι ακόμα μικρή. Μ' αρέσει που μπορώ να πάω σε μια συναυλία τζαζ, όπως το υπέροχο τριήμερο που μόλις πέρασε, και το μόνο που σκέφτομαι κατά τη διάρκεια είναι η μουσική, από το πρώτο λεπτό, χωρίς να χάσω ούτε νότα.



Δε θέλω να μεγαλώσω. Δε θέλω. Το ξέρω ότι μπορεί και να μη γίνεται. Απλά δε θέλω.



Πώς μερικοί, όμως, το καταφέρνουν αυτό? Μεγαλώνουν και δε μεγαλώνουν, βρίσκουν πάντα ένα τρόπο και το παιδί που κουβαλάνε μέσα τους το αφήνουν συχνά να βγει έξω και να παίξει, ελεύθερο. Πώς το κάνουν αυτοί????


Και μη μου πείτε πως δεν είναι ευτυχισμένοι, γιατί το τι είναι ευτυχία και τι όχι, τι μπορεί να σου δώσει ευτυχία στη ζωή, είτε ως μικρές μεμονωμένες στιγμές, είτε ως μια λιγότερο βραχυπρόθεσμη κατάσταση, σηκώνει πολύ μεγάλη συζήτηση.


Προς το παρόν, το πρόβλημά μου είναι πως δε θέλω να μεγαλώσω. Δεν είναι πως δε θέλω να βρω δουλειά και υποχρεώσεις, ίσα ίσα, το αντίθετο ισχύει, απλά δε θέλω να μεγαλώσω. Θέλω όταν αισθανθώ την ανάγκη να πέσω σε παραλήρημα, όπως κάνω αυτή τη στιγμή, ή να βαρέσω μια νευρική κρίση, να μπορώ να το βγάλω από μέσα μου. Και θέλω, όταν πέφτω για ύπνο, να μπορώ να κλείνω τα μάτια και να κοιμάμαι.




Δε θέλω να μεγαλώσω.





Ασταγδιάλα, που θα έλεγε κι ο Πρόβατος.



Παραισθήσεις I



...


He could see his own reflection in a tiny pool edged with moss and lily pads, and he looked at himself for a moment, as fascinated as Narcissus. The mind reaction was beginning to settle in, slowing down his chain of thought, by seeming to increase the connotations of every idea and every bit of sensory input. Things began to take on weight and thickness that had been heretofore invisible. He paused, getting to his feet again, and looked through the tangled snarl of willows. Sunlight slanted through in a golden, dusty bar, and he watched the interplay of motes and tiny flying things for a bit before going on.

The drug had often disturbed him: his ego was too strong (or perhaps just too simple) to enjoy being eclipsed and peeled back, made a target for more sensitive emotions - they tickled at him (and sometimes maddened him) like the touch of a cat's whiskers. But this time he felt fairly calm. That was good.

He stepped into the clearing and walked straight into the circle. He stood, letting his mind run free. Yes, it was coming harder now, faster. The grass screamed green at him; it seemed that, if he bent over and rubbed his hands in it he would stand up with green paint all over his fingers and palms. He resisted a puckish urge to try the experiment...

...Coherent thought was now impossible. His teeth felt strange in his head, tiny tombstones set in pink moist earth. The world held too much light. He climbed up on the altar and lay back. His mind was becoming a jungle full of strange thought - plants that he had never seen or suspected before, a willow - jungle that had grown up around a mescaline spring. The sky was water and he hung suspended over it. The thought gave him a vertigo that seemed faraway and unimportant.

A line of old poetry occurred to him, not a nursery voice now, no; his mother had feared the drugs and the necessity of them; this verse came from the Manni - folk to the north of the desert a clan of them still living among machines that usually didn't work ... and which sometimes ate the men when they did. The lines played again and again, reminding him (in an unconnected way that was typical of the mescaline rush) of snow falling in a globe he had owned as a child, mystic and half fantastical:


Beyond the reach of human range
A drop of hell, a touch of strange



The trees which overhung the altar contained faces. He watched them with abstract fascination: Here was a dragon, green and twitching, here a wood - nymph with beckoning branch arms, here a living skull overgrown with slime. Faces. Faces.
...





St. King
The Dark Tower, The Gunslinger



Πέμπτη 14 Ιουνίου 2007

Πρωινό ξύπνημα




Σήμερα το πρωί χρειαζόμουν λεφτά, οπότε αποφάσισα να αποδεχτώ τη μοίρα μου και να το πάρω απόφαση πως έπρεπε να πάω μέχρι την τράπεζα.



Αφού έφτασα κι έκοψα χαρτάκι, κατά τη προσφιλή μου πρακτική κατά τη διάρκεια της αναμονής στην τράπεζα, σε ένα ιατρείο και σε άλλους εξίσου βαρετούς χώρους, χάζευα τους γύρω μου. Εκτός από τους συνήθεις παπούδες και γιαγιάδες, οι γνωστοί πελάτες της Αγροτικής, σε ένα από τα καθίσματα καθόταν και μία κοπέλα, γύρω στα είκοσι πέντε, η οποία δεν φαινόταν να συνοδεύει κανέναν, και η οποία βρισκόταν εκεί πριν από μένα. Κρατούσε ένα βιβλίο, το οποίο διάβαζε κιόλας (!!). Δυστυχώς, δεν έχω συνηθίσει σε αυτή την εικόνα σε δημόσιο χώρο και, όσο κι αν προσπαθώ, δεν μπορώ να ανακαλέσω στη μνήμη μου την τελευταία φορά που θυμάμαι κάποιον με ένα βιβλίο στο χέρι σε χώρο εκτός του πανεπιστημίου ή της βιβλιοθήκης. Επειδή, λοιπόν, κάτι τέτοιο σπανίως το πετυχαίνει κανείς, αποφάσισα να συνεχίσω να την περιεργάζομαι. Η κοπέλα πότε πότε σήκωνε το κεφάλι της και κοίταζε το νούμερο που εξυπηρετούσε ο ταμίας. Ως εκ γενετής περίεργος άνθρωπος, μετακινήθηκα λίγο ώστε να μπορέσω να διακρίνω πως το βιβλίο που διάβαζε ήταν το "The Drawing of the Three", και μάλιστα στην αγγλική έκδοση! Το κλου της υπόθεσης, όμως, ήταν πως κάποια στιγμή η κοπέλα κοίταξε το νούμερο στο φωτεινό πίνακα, μετά το νούμερο στο χαρτάκι της, το οποίο προφανώς είχε περάσει, κι αντί να πάει και να κλαφτεί στον ταμία, για να μην περιμένει άλλο, σηκώθηκε, πήγε μέχρι το μηχάνημα, πήρε νέο αριθμό και μετά συνέχισε απερίσπαστη το διάβασμα.




Αυτά.





(Ελπίζω πως κάπου εκεί έξω, ένας από τους μυριάδες αναγνώστες μου, διαβάζοντας το ποστ αυτό, θα θεωρήσει το συμβάν κάτι φυσιολογικό. Αλλιώς την έχουμε κάτσει ομαδικώς.)



Τρίτη 12 Ιουνίου 2007

Απεγνωσμένο διάβημα










Τα παλιά τα χρόνια που βρισκόμουν σε πιο τρυφερή ηλικία ( για να μην παρεξηγηθούμε, και τώρα τρυφερή είναι, σαν την καρδιά ενός μαρουλιού, αλλά μιλάμε για ακόμα πιο τρυφερή τώρα ), έμενα με τους γονείς μου σε μονοκατοικία. Οποία ευτυχία! Και κήπο διέθετε ( και διαθέτει ), και άπλετο χώρο για να μπορώ να παίξω, και απόλυτη ηρεμία και ησυχία, την οποία συχνότατα αποζητούσα, ώστε να μπορέσω να καταβροχθίσω απερίσπαστη ακόμα ένα βιβλίο.

Τα τελευταία χρόνια, λοιπόν, που η ανάγκη με έριξε σε μια αξιολάτρευτη και ολόδική μου γκαρσονιέρα, ανακάλυψα τις χαρές (!?) του ακάλυπτου. Ο ακάλυπτος μιας πολυκατοικίας έχει, ως γνωστόν, πολλές χρήσεις. Εκτός από μεγάλο τασάκι, μεγάααλη αγκαλιά για τα φρεσκοπλυμμένα ρούχα μου και τα μανταλάκια που τα συνοδεύουν, τον πλέον εξελιγμένο χώρο για αλίευση λαβρακίων και μετάδοση κουτσομπολιών με τους δίπλα, πάνω, κάτω, και δε συμμαζεύεται, έχει, όπως έμαθα, ακόμα 2 χρήσεις, χαρακτηριστικές των ηθών και των εθίμων του τόπου μας.

Πρώτον, στην απέναντι πολυκατοικία
πάντα θα πετύχει κανείς αντιπροσώπους και των 2 φύλων, παρόμοιας ηλικίας με αυτόν και τους γνωστούς του. Άρα, το πρωί που ξυπνάς έχεις ακόμα ένα κίνητρο, για να σηκωθείς από το κρεβάτι και κάτι ενδιαφέρον για να χαζέψεις με τον πρωινό φραπέ. (Στατιστικές μελέτες έχουν δείξει πως ο βασικός παράγων "θέα" μετράει πολύ και στην αποδοχή ή απόρριψη πρόσκλησης για καφέ στο μπαλκόνι.)

Δεύτερον, ο ακάλυπτος χρησιμεύει και ως τζουκ μποξ, ειδικά σε περιπτώσεις που βαριέσαι να ψάξεις τους σταθμούς στο ραδιόφωνο. Έχει, λοιπόν, πάρτυ ο από κάτω? Ανοίγεις το παράθυρο και συμμετέχεις κι εσύ στη χαρά του, ειδικά τώρα το καλοκαιράκι. Έχει ντέρτια η απέναντι? Αναρωτιέστε παρέα ποια θυσία έχει κάνει η άλλη για τον πρώην. Ακούει η τρελλή κουλτουριάρα του τρίτου Νόρμα τα μεσάνυχτα γιατί ταυτίστηκε με το στόρυ? ( όχι εντελώς, την πυρά στο τέλος βγάλτε την έξω, δεν θα πάει να πέσει, έπιασε και ζέστη ). Άνθρωπος είσαι, θα τα μαζέψεις τα μπογαλάκια σου και θα σηκωθείς να φύγεις από το τρελοκομείο.






Που θέλω να καταλήξω με όλα αυτά??






Αν εσύ που διαβάζεις αυτές τις γραμμές είσαι ψηλός, ξανθός, με θεληματικό πηγούνι, γυμνασμένο σώμα, φίλους αναλόγων προσόντων και μένεις στην γκαρσονιέρα του τρίτου ακριβώς απέναντί μου,
μη μετακομίσεις, πληηηηηζ, άδειασε τα πακέτα, και σου υπόσχομαι να τρώμε γεμιστά από τα χεράκια μου κάθε κυριακή για το υπόλοιπο του καλοκαιριού. Και ακόμα, με πόνο ψυχής, υπόσχομαι να χαμηλώνω την ένταση σε όλες τις ιταλικές όπερες ( εκτός από αυτές του δάσκαλου, διότι θα είναι ιεροσυλία ).




Κυριακή 10 Ιουνίου 2007

Διευκρινίσεις



Λοιπόν, λοιπόν, επειδή τον τελευταίο καιρό τα έχουμε μπλέξει λίγο, και κρίμα είναι, μεγάλοι άνθρωποι να κρυβόμαστε πίσω από ο,τιδήποτε ( το δάχτυλό μας, τα φουστάνια της μαμάς μας, το βλογ μας, έναν φανταστικό ροζ ελέφαντα, ό,τι διαθέτει κανείς τελοσπάντων ) ακολουθούν κάποιες απαραίτητες επεξηγήσεις φιλολογικού χαρακτήρα.




Όταν τον/την κοιτάς και πεταλούδες στο στομάχι σου υπενθυμίζουν την ανάγκη να τον/την βάλεις κάτω και να μπουρλοτιάσετε το δωμάτιο/μπαρ/γραφείο/αυτοκίνητο ( πιστεύω πως πιάσατε μέχρι τώρα το νόημα ), έχουμε μια ξεκάθαρη περίπτωση κάβλας*.


Όταν σου έρχεται μια ακατάσχετη επιθυμία να τον/την κακομαθαίνεις, ταΐζεις στο στόμα, να είστε όλη μέρα μαζί, ακόμα κι αν μετά τη 15η φορά ΔΕΝ αντέχετε άλλο, τον σκέφτεσαι και πεταλουδίτσες τριγυρίζουν, αηδόνια κελαηδάνε, λουλουδάκια ευωδιάζουν, πετάει ο Ντάμπο και μαζεύονται όλοι οι ήρωες του Ντίσνευ για καντάδες, έχουμε μια ξεκάθαρη περίπτωση έρωτος.


Όταν πονάς μαζί του/της τη μία φορά που πονάει
σοβαρά, και ακόμα κι αν δεν στο έχει πει, τον/την καταλαβαίνεις από τη χροιά της φωνής στο τηλέφωνο, και ακόμα κι αν ξεβολεύεσαι εσύ, κάνεις ότι μπορείς για να νιώσει καλύτερα ο άλλος, χωρίς να το διατυμπανίζεις, χωρίς να περιμένεις οποιοδήποτε αντάλλαγμα ( όχι ότι δε θα είναι ευπρόσδεκτο, αλλά δεν το κάνεις για αυτό ), τότε μπορούμε να πούμε ότι ίσως πρόκειται και για αγάπη. **






Το καλύτερο, βέβαια, το ζούμε όταν όλα τα παραπάνω συνδυάζονται, γεγονός τόσο σπάνιο όσο η αναπαραγωγή των πάντα σε συνθήκες αιχμαλωσίας.














*Καθ' ότι το συγκεκριμένο πόνημα ασχολείται με φιλολογικές αναζητήσεις, θα ήθελα να εκφράσω μιαν απορία στους αναγνώστες μου, οι οποίοι, ως γνωστόν, ανήκουν στην πλειοψηφία τους στα ανώτερα πνευματικά στρώματα ( και παπλώματα ) της κοινωνίας μας. Δεν έχω ασχοληθεί με το συγκεκριμένο ερώτημα επισταμένως, πρέπει να ομολογήσω, αλλά η ορθογραφία της λέξεως είναι
κάβλα ή καύλα ?


**Για να το ξεκαθαρίσουμε, για αγάπη μιλάμε κυρίως όταν υπάρχει και κάποια αναλόγου επιπέδου ανταπόκριση από την άλλη πλευρά. Γιατί σε αντίθετη περίπτωση το όλο σκηνικό μπορεί να χαρακτηριστεί άνετα ως καθαρή χαζομάρα, κόλλημα, ανασφάλεια, μαζοχισμός, κλπ.




Σάββατο 9 Ιουνίου 2007

caban la ka kratchie




Από το πρωί μου έχει κολλήσει σε αθεράπευτο βαθμό. Έχω βάλει το WMP11 στο repeat και το έχω ακούσει κι εγώ δεν ξέρω πόσες φορές. Άντε, μπας και καταφέρουμε να διώξουμε τον παλιόκαιρο και τη μουντίλα, και καταφέρουμε να πάμε για κανένα μπανάκι...
ΥΓ : Αν κάποιος, όποιος, καταφέρει να βρει τι σημαίνουν οι στίχοι, ας μου το πει κι εμένα, γιατί βαριέμαι να γκουγκλάρω αυτή τη στιγμή...




Πέμπτη 7 Ιουνίου 2007

Αχχ, διλήμματα...




Συμβουλές προς επίδοξους σεφ (earned the hard way) : άμα επιθυμείτε να δημιουργήσετε ένα ονειρεμένο δείπνο, και βρίσκεστε σε ένα deli κρεοπωλείο (διότι ή είμεθα γκουρμέδες, ή δεν είμεθα) για ένα χρονικό διάστημα
πέραν του δεκαλέπτου, αδυνατώντας να αποφασίσετε αν την αισθητική σας τελειότητα θα έκανε ευτυχισμένη αγριογούρουνο με κρούστα από βότανα, ή αρνάκι χωριάτικο στο φούρνο με πατατούλες, κάντε μια χάρη στον εαυτό σας και βγείτε από εκεί μέσα.











Μάλλον ψαράκι λαχτάρησε ο ουρανίσκος σας και αρνείσθε να τον πιστέψετε...




Τρίτη 5 Ιουνίου 2007

Θέλω...




































... να πάω για μπάνιο τώρα, σήμερα, επιτέλους, γμ τη βροχή μου, γμτ μου !!!!



Κυριακή 3 Ιουνίου 2007

Η μικρή αννούλα






Η μικρή αννούλα, σε ρομαντικές στιγμές




Η μικρή αννούλα ήταν ένα μικρό σαλιγκαράκι, από αυτά που, για τη δικιά τους προστασία, είναι καταραμένα να
κουβαλάνε μαζί τους το σπιτάκι και τα μπαγκάζια τους όπου κι αν πάνε. Είχε μεγαλώσει μαζί με άλλα σαλιγκαράκια σε μια μικρή αυλή, αλλά το κακόμοιρο είχε κολλήσει μια παιδική ασθένεια, όταν αχόρταγο πιτσιρίκι καθώς ήταν, μασουλούσε τα φύλλα ενός ακόμα βιβλίου. Αυτή η ασθένεια της είχε αφήσει ένα ανίατο, προς μεγάλη τέρψη του μασουλημένου βιβλίου, κουσούρι : ήθελε να ανακαλύψει τον κόσμο. Ξεκίνησε, λοιπόν, ένα πρωί και χωρίς να αποχαιρετήσει κανένα, άνοιξε την πόρτα της αυλής (διότι ήταν ένα πολύ δυνατό και ανεξάρτητο σαλιγκαράκι) και βγήκε στο δρόμο.


--- Αυτό έγινε πριν από πολύ καιρό. Για όσους από εσάς φρίκαραν με τη μικρή αννούλα, τα λουλουδάκια και τα υπόλοιπα σαλιγκάρια, θα σας παρακαλέσω να ηρεμήσετε, δεν σκοπεύω να σας διηγηθώ ολόκληρο το υπόλοιπο της ιστορίας (γιατί δεν έχει νόημα, κανείς δε θα τη διαβάσει), μόνο μερικά στιγμιότυπα από αυτή. ---







Little anna and friends







Στην αρχή, λοιπόν, η μικρή αννούλα πέρναγε πολύ όμορφα, είχε κάνει και πολλούς φίλους που την αγαπούσαν. Εγκαταστάθηκε, τελικά, σε ένα μεγάλο μέρος, πολύ μεγαλύτερο από το δικό της κήπο, που είχε λουλουδάκια, δεντράκια, πηγούλες, και ό,τι άλλο μπορεί να χρειαστεί ένα σαλιγκαράκι για να είναι ευτυχισμένο. Παρά τη φαινομενική ευτυχία, ήξερε πως κάτι της έλειπε. Ήξερε πως είχε ένα μεγαλύτερο σκοπό να εκπληρώσει στην ασήμαντη, μικρή ζωούλα της.


Μια μέρα, ξύπνησε και συνειδητοποίησε πως αυτό που της έλειπε ήταν ένας Sαλίγκαρος! (Ναι, γνωρίζω ως βιολόγα πως τα σαλιγκάρια είναι ερμαφρόδιτα, αλλά ακόμα κι αυτά χρειάζονται κάποιον άλλο για τη σωστή αναπαραγωγή του είδους.) Ένας Sαλίγκαρος, να την κοιτάζει στα μάτια και να λιώνει, να πιάνει την πέτρα και να τη στίβει, και μετά, όλα για πάρτη του, τα πάντα. Αυτό ήθελε μόνο. ---Όπως βλέπετε, τα σαλιγκάρια δεν έχουν καμία διαφορά με τους ανθρώπους σε αυτό το ζήτημα.--- Και μελαγχόλησε, όταν απογοητεύτηκε με τη σκέψη πως, αφού δεν τον είχε συναντήσει μέχρι τότε, στα τόσα ταξίδια της, δεν θα τον συναντούσε ποτέ.




Η απίστευτη τύχη της, όμως της επεφύλασσε μία ευχάριστη έκπληξη, αφού το Sαλίγκαρό της κατάφερε να τον βρει! Μαζί ζήσανε στιγμές πάθους, τις οποίες δεν περιγράφω γιατι μας διαβάζουν και ανήλικα, έκαναν ατελείωτες συζητήσεις, πήγαιναν ταξίδια μέχρι την πηγούλα, μασούλαγαν φυλλαράκια, κλπ.




Ο Sαλίγκαρος





Για τα μάτια του τον ερωτεύθηκε...





Μια αποφράδα μέρα, όμως, βρήκε ένα γράμμα από το Sαλίγκαρο, που της έλεγε πως είχε φύγει, γιατί την αγαπούσε μεν πάρα πολύ, αλλά δεν μπορούσαν να είναι μαζί, γιατί ανακάλυψε πως του άρεσαν σαλιγκαράκια του ίδιου φύλου και γι'αυτό έφυγε μαζί με τον καλύτερό τους φίλο, το μπάμπη.

Η αννούλα κατανόησε το πρόβλημα, καθ' ότι ερμαφρόδιτη και η ίδια, αλλά στενοχωρήθηκε πολύ. Έκλαψε,
χτυπήθηκε, αλλά τελικά κατάλαβε πως ίσως τα πράγματα να είναι καλύτερα έτσι. Οπότε αποφάσισε να βγάλει τον πόνο της σε shopping θέραπυ, και συμβουλευόμενη της φίλες της για το κατάλληλο μέρος, κατευθύνθηκε στο γνωστό, πλέον, σουηδικό πολυκατάστημα, όπου ψώνισε 3 φρέσκους σουηδούς πολλαπλών χρήσεων και γύρισε περιχαρής στον κήπο της.







...
Παρέλειψα, όπως σας υποσχέθηκα, τις πολλές λεπτομέρειες. Θα ικανοποιήσω την περιέργειά σας, λέγοντας πως η αννούλα κατάφερε, επιτέλους, να εκπληρώσει το μεγαλύτερο σκοπό για τον οποίο είχε έρθει στον κόσμο. Μια μέρα, αποφάσισε να πάει για διακοπές στη Ζάκυνθο με τους σουηδούς, όπου πέτυχε γεμάτη έκπληξη τον πρώην sαλίγκαρό της με το μπάμπη στην πλαζ. Εκεί ήταν που εκπληρώθηκε επιτέλους το πεπρωμένο της, αφού ένας καλός κύριος τη μάζεψε μαζί με τα άλλα δύο σαλιγκαράκια, τα έβαλε μέσα σε ένα φιαλίδιο, και την πήγε σε ένα εργαστήριο, όπου οι πρωτείνες της, λιωμένης πλέον, αννούλας, μαζί με αυτές του μπάμπη και του sαλίγκαρου, απετέλεσαν μέρος της διπλωματικής μιας ανερχόμενης μαλακολόγου. Όσο για τους σουηδούς? Συντετριμμένοι από την απώλεια της μικρής αννούλας, πήραν το πρώτο πλοίο για Πάτρα, όπου τους πέτυχα και μου διηγήθηκαν αυτή την ιστορία. Τώρα πίνουμε μαζί μαργαρίτες στο μπαλκόνι μου.

:D


Παρασκευή 1 Ιουνίου 2007

Πανσέληνος









Μόλις γύρισα από μια μικρή, όμορφη βόλτα στην πόλη. Δε θα σας κουράσω με λεπτομέρειες, είναι γνωστό πως είμαι ρομαντικός ζορρό. Η βόλτα με ολόγιομο φεγγάρι είναι βάλσαμο, όπου κι αν βρίσκεσαι. Η θέα από τα σκαλιά της Αγ. Νικολάου ("παιδί μου, όλα αυτά μια μέρα θα γίνουν δικά σου", είχαν πει εκεί πάνω κάποτε), το φεγγαρόφωτο στην παλιά πόλη, οι 2-3 γνώριμες φάτσες από τα παλιά και καλά, όλα αυτά απλά επέτειναν την καλή μου διάθεση.

Ναι, ω του θαύματος, είχα καλή διάθεση πριν βγω για βόλτα. Για αυτό, όπως και για το μελό αυτό ποστ, ευθύνονται οι λογοδοσμένοι. Και θέλω να πιστεύω πως κι εγώ ευθύνομαι λιγάκι για αυτή την κατάληξη. ;)
Ν. και Ν., να είστε πάντα καλά και μαζί, παιδιά.


Και δύο παραμυθένιες μελωδίες για σήμερα, εξαιρετικά αφιερωμένες.