Πέμπτη 28 Ιουνίου 2007

Μοντέρνα τέχνη




Ξύπνησε πρωί πρωί από την καταραμένη ζέστη. Έσουρε τα βήματά του μέχρι την κουζίνα, κι άνοιξε αντανακλαστικά τα ντουλάπια για να φτιάξει το μοναδικό highlight της μέρας του, το φραπέ με τα άπειρα παγάκια.



Και τότε συνειδητοποίησε το μέγεθος της εισβολής. Δεκάδες μυρμήγκια μοχθούσαν κουβαλώντας τα αγαθά που είχε μοχθήσει επιμελώς ο ίδιος να παρατήσει πάνω στον πάγκο. Εκεί αφηνίασε. Ώρες δημιουργίας, χαμένες! Σας είπε κανείς, άρχισε να ωρύεται, πως θέλω να μου συμμαζέψετε τον πάγκο??? Τα ψίχουλα έκανα μια ώρα χτες να τα αφήσω στην ακριβή θέση που τα βρήκατε, σιχαμένα, τακτικά, που αρνείσθε να μεταλλαχθείτε σαν τις κατσαρίδες, σκουλήκια!


*&%$***@#(*#((!!**(^&!@@!!!!


Άρπαξε ένα από το τσουλούφι και, αφού του φώναξε να αφήσει την ντομάτα από τη χτεσινή σαλάτα που κουβάλαγε κάτω, πέρασε το όριο της υπομονής του και έκανε,
τρέμοντας, αυτό που ψώφαγε τόσην ώρα να κάνει. Κάθε μυρμήγκι που είχε φορτωθεί κάτι από το έργο τέχνης του πέρναγε στην αθανασία και γινόταν και το ίδιο μέρος του. Ο ίδιος φρόντισε, ώστε κάθε χαμερπές πλάσμα που δεν ήξερε πως προχωράει στο χαμό του, να το μάθει και να γίνει για πάντα ένα με το ψίχουλο ή το κομματάκι κρεμμυδιού που κουβαλούσε.

Πέθανε σίχαμα, πέθανε, φώναζε, και την ίδια στιγμή σκέφτηκε
τον παππού του και το οπλοπολυβόλο του από τον εμφύλιο, που, ως αγνώμων εγγονός, το είχε δωρίσει στο μουσείο των αγωνιστών της Άνω Κολοπετεινίτσας, τόπο καταγωγής του. Μόνο να το είχε εδώ, ε, ρε κάτι γλέντια που θα έκανε! Και συνέχισε το έργο του, σίγουρος ότι η θεία μανία που τον διακατείχε θα αντικατοπτριζόταν στα απομεινάρια της σφαγής επάνω στον πάγκο. Τον πάγκο, που μόνο εκείνη θα καθαρίσει ποτέ, έτσι για να μάθει που τόλμησε να με αφήσει για εκείνον που δεν ξέρει ούτε πού είναι οι πετσέτες του μπάνιου στο ίδιο του το σπίτι.




Δυο μήνες. Δυο μήνες είχε να κάνει ο πρώην ψυχαναγκαστικός με την καθαριότητα οποιαδήποτε δουλειά μέσα στο σπίτι. Ένα κύμα καύσωνα, παρά τους λεπτομερείς υπολογισμούς του, το άντεξαν οι γείτονες, και μαζί και τη μπόχα που ξεγλιστρούσε πάνω από το χαλάκι της πόρτας και μέσα από τις γρίλιες. Στο δεύτερο, σκέφτηκε κι επιτέλους ηρέμησε, ή που θα ανοίξουν με εκρηκτικά την πόρτα και θα με βγάλουν, ή που θα τη σύρουν από τα μαλλιά και με απειλή λιθοβολισμού θα την αναγκάσουν να γυρίσει πίσω και να τα καθαρίσει...




2 σχόλια:

anatolh είπε...

Πού είσαι και περιμένεις να έρθουν τα μυρμηγκάκια;
Αει χάσου μυρμηγκάκι που λέει και το ανεκδοτάκι:)
Φιλιά πολλά

ζορρό είπε...

Άσε, κι έμαθαν τα μυρμήγκια για την άμεση ανταπόκριση του φονικού και πλάκωσαν για λεπτομέρειες. Αντί για αυτό, βρήκαν τα ψίχουλα του δικού μου σπιτιού και εγκαταστάθηκαν εδώ. Τώρα έχουμε ανοίξει διαπραγματεύσεις για να την ομαλή μετεγκατάστασή τους...